Ακολούθ… τους δρόμους των Εταίρων, πόρνων και παλλακίδων στην Αρχαία Ελλάδα
Ήταν… πρωινό στην Αθήνα του 5ου αιώνα, ένα κάρο περνούσε σε ένα δρόμο ανάμεσα στον Κεραμεικό και στην Ακρόπολη φορτωμένο με δημητριακά. Σήκωνε το χώμα του δρόμου και οι δυνατές αντρικές φωνές μπερδευόντουσαν μέσα σε αυτή τη σκόνη με τα κακαρίσματα ενός κόκορα. Από τις φωνές, τις λέξεις και τον τόνο τους καταλάβαινες ότι ήταν διαφορετικές ομάδες ανθρώπων. Οταν το χώμα καταλάγιασε φάνηκε μια παρέα ανδρών που στέκονταν κάτω από ένα σκιερό υπόστεγο και μιλούσαν για τα προβλήματα του αρδευτικού συστήματος. Λίγο πιο πέρα, σχεδόν απέναντι, κάποιος ήταν ανεβασμένος σ’ ένα σκαλί και γύρω του είχε μαζευτεί ένα μικρό ακροατήριο που απήγγελλε Ομηρο, εξηγώντας τα γενεαλογικά δέντρα του κάθε ήρωα. Λίγο πιο πάνω στη γωνία στο σταυροδρόμι κάποιοι άντρες είχαν κάνει κύκλο γύρω από ένα πλουμιστό και περήφανο κόκορα, ενώ στα πόδια κάποιου άλλου ήταν άλλος ένας ξεπουπουλιασμένος κόκορας και έβαζαν στοιχήματα για μια κοκορομαχία. Αλλοι άνδρες περιδιάβαιναν αργά ή βιαστικά το δρόμο, ενώ ανάμεσά τους βρίσκονταν και γυναικείες φιγούρες που έδιναν ζωή στο δρόμο με τα λικνιζόμενα σώματά τους στολισμένες με κάποιο περιδέραιο, σκουλαρίκια, βραχιόλια, κάποια πόρπη που σκάλωνε συγκρατώντας τους χιτώνες τους. Οι περισσότερες από αυτές ήταν παντρεμένες γυναίκες με τις δούλες τους που πήγαιναν να κάνουν κάποια δουλειά, λίγες ήταν οι λεύτερες. Οι πιο πολλές φορούσαν και ένα σκιάδι (καπέλο) και ήταν όλες ανεξαιρέτως με καλυμμένο το πρόσωπο. Μέσα από την καλύπτρα τους δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις την ομορφιά και την ασχήμια τους, δυο υγρά μόνο αμυγδαλωτά μάτια με βαθυκάστανες κόρες. Α! και κάτι άλλο, δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις ποιες ήταν οι Εταίρες, γιατί αυτές ντυνόντουσαν καθώς πρέπει όπως έκανε κάθε αστή γυναίκα. Αντε τώρα να μπορέσει ένας άντρας να βρει ανάμεσά τους μια εταίρα τέλος πάντων για τις ανάγκες του… Όταν αυτές ήθελαν να βρουν πελάτη άφηναν διακριτικά τα σημάδια τους για να βρεις εσύ το δρόμο που κατοικούσαν. Εγραφαν τη λέξη ακολούθ(ει), πού αλλού, πάνω στο δρόμο… Από τις πατημασιές που άφηναν τα παπούτσια τους, αφού ακριβώς κάτω από στις αρχαίες σόλες τους υπήρχαν μια σειρά καρφάκια που σχημάτιζαν τη λέξη αυτή και έτσι η λέξη αποτυπωνόταν στο χωμάτινο δρόμο. Αυτό το έκαναν όταν έψαχναν πελάτη γιατί ας μην ξεχνάμε είχαν και τη σταθερή τους πελατεία ανάλογα με τη φήμη και τις ανάγκες τους. Ψάχνοντας λοιπόν στο δρόμο μας τις πατημασιές του κόσμου να… φάνηκε ίχνη από πατημασιές με τα διακριτικά Ακολούθ. Αρχίσαμε να περπατάμε βιαστικά μην περάσει κανένα κάρο και σβηστούν τα ίχνη. Σε λίγο διακρίναμε την ψηλόλιγνη φιγούρα που άφηνε τα σημάδια. Από ένστικτο γύρισε πίσω της και μας κάρφωσε με τα υγρά της μάτια που ήταν τονισμένα με μαύρο μολύβι και φωτεινές κροκί σκιές. Τα μάτια της έγραφαν μια άλλη λέξη στον αέρα, «Ελα»… Γύρισε την πλάτη της και προχώρησε σε ένα από τα επόμενα δύο σπίτια. Ακριβώς στην πόρτα της προηγούμενης οικίας κρυφακούσαμε άθελά μας ένα διάλογο. - Θυμάσαι Θαΐς τον στρατιώτη από την Ακαρνανία, εκείνον τον κομψό με την ωραία χλαμύδα που είχε ερωμένη πρώτα την Αβρότονη και ύστερα πήρε εμένα; Ή τον ξέχασες κιόλας; - Κάθε άλλο Γλυκερία. Τον θυμάμαι, πέρυσι μάλιστα τα κοπανούσαμε παρέα στη γιορτή των Αλώων. Γιατί ρωτάς; Μου φαίνεται σαν κάτι να έχεις να πεις για λόγου του. - Μου τον πήρε η Γοργόνα η παμπόνηρη, που την είχα φίλη μου!.. - Πολύ κακό Γλυκερία μου, δεν λέω, αν και διόλου παράξενο. Τέτοια πράγματα συνηθίζονται σ’ εμάς τις εταίρες. Δεν χρειάζεται λοιπόν να το παίρνεις κατάκαρδα, ούτε και να τα βάλεις με τη Γοργόνα… Αλλά αυτό που με παραξενεύει είναι τι της βρήκε της Γοργόνας ο στρατιώτης σου. Εξόν κι αν είναι θεόστραβος και δεν βλέπει πόσο αραιές είναι οι τρίχες της και πως έχει φέξει το κούτελό της! Τα χείλια της χλωμά και νεκρικά, ο λαιμός λιγνός με φλέβες να ξεχωρίζουν, η μύτη της μακριά! Ένα μόνο καλό έχει: είναι ψηλή, στυλάτη και χαμογελάει γοητευτικά. - Μα νομίζεις Θαΐς μου πως αυτή τη διάλεξε για τα κάλλη της; Δεν ξέρεις πως η Χρυσάριον, η μάνα της, είναι μάγισσα και ξέρει ξόρκια θεσσαλικά και μπορεί να κατεβάσει ακόμα και το φεγγάρι; Μάλιστα λένε πως τις νύχτες πετάει στον αέρα! Αυτή λοιπόν τον τρέλανε τον άνθρωπο, δίνοντάς του να πιει από μαγικά βότανα. Τώρα τον αρμέγουν και οι δύο… (Οι διάλογοι ανήκουν στους Εταιρικούς διαλόγους του Λουκιανού) Η Εταίρα που ακολουθούσαμε είχε σταθεί στην πόρτα της με μισογυρισμένο το κεφάλι, μας κοιτούσε και με ένα ελαφρύ μειδίαμα πέρασε την πόρτα της. Αμέσως περάσαμε και εμείς μέσα χωρίς πολλές σκέψεις εκτός από εκείνες για χαλάρωση και απόλαυση. Βρεθήκαμε σε ένα δωμάτιο στολισμένο με εξαιρετικής τέχνης αγαλματίδια της Αφροδίτης και του έρωτα. Στους τοίχους ήταν ζωγραφισμένες εικόνες με ερωτικές περιπτύξεις που δεν αποκάλυπταν τις ερωτικές πράξεις, αλλά τις υπονοούσαν. Όπως ένας Σάτυρος που έσπρωχνε μια γυναίκα καθισμένη σε μια αιώρα που κρεμόταν από ένα δέντρο λωτού και το βλέμμα της ήταν καρφωμένο στο καρπό του λωτού με σχήμα που παρέπεμπε σε φαλλό…Τότε βγήκε από την εσωτερική πόρτα μια ηλικιωμένη γυναίκα, κρατώντας ένα κρατήρα και δύο πήλινα ποτήρια. Η Εταίρα πήρε τα ποτήρια, η ηλικιωμένη γυναίκα σερβίρισε κρασί άκρατο, και χαμογελώντας έβγαλε την καλύπτρα της. Ένα πρόσωπο χλωμό, χείλια τονισμένα με κοκκινάδι και μάτια βαμμένα με κροκό αποκαλύφθηκε. - Με λένε Γοργόνα, ας πάμε στο μέσα δωμάτιο… Και την ακολουθήσαμε. Βρεθήκαμε σε μια αίθουσα με ανάκλιντρα φορτωμένα με μαξιλάρια και απαλά στρώματα και υφάσματα. Γευτήκαμε από το γλυκό κρασί και αρχίσαμε να μιλάμε για τη ζωή μας, γνωρίζοντας καλύτερα τη Γοργόνα και μια δεύτερη Εταίρα που εμφανίστηκε, τη Φιλουμένη. Κάνοντας πρόποση στη θεά Αφροδίτη ήπιαμε μέχρι την τελευταία σταγόνα το ευωδιαστό κρασί και αφεθήκαμε στα χέρια τους. Με μια κίνηση έπεσαν οι χλαμύδες τους και έμειναν μόνο τα χρυσά τους περιδέραια, τα σκουλαρίκια και τα βραχιόλια, με τις σφίγγες και τα κεφάλια της λεοντής. Και μη νομίσετε ότι παρανομούσαμε ή κάναμε κάτι το εξευτελιστικό, αφού… Οι Εταίρες δεν ήταν κάτι το παράνομο ή το μεμπτό όπως συχνά σκεφτόμαστε στους μοντέρνους, ήταν ένα είδος πληρωμένης γυναίκας, κάτι καλύτερο από τις πόρνες, κάτι κατώτερο από τις παλλακίδες, δηλαδή έχουμε την ακολουθία από την κατώτερη στην ανώτερη βαθμίδα: πόρνες – εταίρες - παλλακίδες. Αν και δεν αναφέρονται στα έργα του Ομήρου εταίρες, στις αρχές του 6ου αιώνα, ο Σόλων 639-559 π.Χ. ίδρυσε στην Αθήνα νόμιμα πορνεία δίπλα στο αρχαίο νεκροταφείο, τον Κεραμεικό, και απ’ ό,τι φαίνεται ήταν ιδιαίτερα προνοητικός, αφού στο τέλος του ίδιου αιώνα τα δύο τρία σπίτια - οικίες του είδους είχαν γίνει μια μεγάλη γειτονιά. Κάποιοι αργότερα θεώρησαν την ύπαρξή τους αιτία της πτώσης των Αθηνών από τη γενική χαλαρότητα που υπήρξε σε όλους τους τομείς. Οι γυναίκες που ασκούσαν το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου είχαν νομική προστασία, αφού και ο μαστροπός τους, δηλαδή αυτός που τις εξέδιδε, είχε περιοριστικά όρια για την εκμετάλλευσή τους. Αλλά για να μην τα μπερδέψουμε, ας αρχίσουμε από τη λέξη πόρνη. Αυτή προέρχεται από το ρήμα πέρνημι που σημαίνει πωλώ, άλλες λέξεις που προέρχονται από αυτήν είναι: πορνείο, πορνεύω, πορνογράφημα, πορνό, πορνόσπιτο, πορνοστάσιο, πορνοβοσκός κ.ά. Ο Σόλων σκέφτηκε ότι ιδρύοντας μια τέτοια νόμιμη γειτονιά θα ανακούφιζε τα πάθη των νέων που ήταν ώριμοι σεξουαλικά, αλλά όχι έτοιμοι για γάμο και έτσι δεν θα παρεκτρέπονταν σε κάποια μοιχεία που θα δημιουργούσε πραγματικά προβλήματα ηθικής της κοινωνίας τους. Φυσικά σε αυτούς τους χώρους βρήκαν απάγκιο για τα κρυφά όνειρά τους κάθε είδους άντρες, χειρώνακτες, μεροκαματιάρηδες, ειδικευόμενοι τεχνίτες εκτός… από τις ανώτερες τάξεις. Ο Σόλων έχτισε και τον πρώτο ναό της Πανδήμου Αφροδίτης, της θεάς που προστάτευε τον αγοραίο έρωτα. Η νομοθεσία του αναφερόταν στα δικαιώματα των μαστροπών στο δικαίωμα μιας πόρνης να μπορεί να εργάζεται και από μόνη της, Οι μαστροποί απαγορευόταν αυστηρά να κάνουν πόρνη μια Αθηναία παρά μόνο τις αλλοδαπές. Συνήθως ήταν πρώην δούλες που είχε απελευθερώσει κάποιος εραστής τους. Γυναίκες που από μόνες τους ωθούνταν από τη φτώχεια στην πορνεία, κορίτσια που είχαν εγκαταλείψει οι γονείς τους και έπρεπε να ήταν όλες τους Ελληνίδες μέτοικοι. Αν κάποιος μαστροπός ωθούσε μια Αθηναία στην πορνεία τιμωρούνταν αυστηρά και πλήρωνε πρόστιμο 20 δραχμών. Η τιμή για τις υπηρεσίες τους ήταν ανάλογη με το επάγγελμα του πελάτη. Τα έσοδά τους όχι μόνο δεν ήταν ευκαταφρόνητα, αλλά ήταν τόσο υψηλά που υπέκειντο και σε φορολογία. Τον φόρο αυτό τον ονόμαζαν πορνικό τέλος και τον εισέπρατταν οι πορνοτελώνες. Οι πόρνες χωρίζονταν σε έξι περίπου κατηγορίες και είχαν ονομασίες ανάλογα με τον τόπο που εξεδίδοντο. Οι χαμαίτυπες ήταν αυτές που δούλευαν στην ύπαιθρο και η εργασία τους γινόταν χάμω, αργότερα χαμαιτυπείο ονομάστηκε το φτηνό πορνείο. Οι περιπατητικές ήταν αυτές που έκαναν βόλτα σε δρόμους και λεωφόρους για να ψαρέψουν τον πελάτη τους και να τον οδηγήσουν στο σπίτι τους. Οι γεφυρίδες ήταν αυτές που έκαναν πιάτσα στις γέφυρες. Άλλες έκαναν πιάτσα στα δημόσια λουτρά και ήταν αυτές που δούλευαν εσωτερικές στα πορνεία. Στην Αθήνα που υπήρχε καλύτερη οργάνωση, είχαν το μεγαλύτερο αριθμό σε πόρνες μετά την Κόρινθο. Δίπλα στην πορνεία της Αθήνας ανθούσε και η πορνεία στον Πειραιά, με κύριους πελάτες ναυτικούς γι’ αυτό και τα πορνεία του βρίσκονταν κοντά στο λιμάνι. Η Κόρινθος είχε άλλες ηθικές αρχές απέναντι στην πορνεία που πολλές φορές εθεωρείτο και τιμή. Η πορνεία της Κορίνθου αναπτύχθηκε γύρω από το ιερό της Αφροδίτης και θεωρήθηκε ιερή. Ιερή πορνεία ασκούνταν κυρίως σε μέρη που κυριαρχούσε η μητριαρχία. Εκεί υποχρέωναν ανεξαιρέτως όλα τα κορίτσια πριν από το γάμο τους να χάσουν την παρθενία τους στο ναό με έναν άγνωστο, ο οποίος έπρεπε να πληρώσει γι’ αυτό. Η χρηματική πληρωμή δινόταν για τη δόξα και την τιμή της θεάς! Η πράξη αυτή ήταν ιερή! Μετά απ’ αυτό έφευγαν και μπορούσαν να παντρευτούν. Ουαί κι αλίμονο όμως αν η νέα ήταν άσχημη και δεν την έπαιρνε κανένας... Από τους Εταιρικούς διαλόγους του Λουκιανού:
Κρωβύλη (στην κόρη της): Να που δεν ήταν διόλου φοβερό, όπως νόμιζες Κόριννα, το να γίνει μια παρθένα γυναίκα. Το έμαθες τώρα που πλάγιασες μ’ ένα όμορφο αγόρι και… έφερες τον πρώτο μισθό σου… Ακουσέ με όμως τώρα να σου μάθω τι πρέπει να κάνεις και πώς να φέρεσαι στους άντρες… Όμως στους ναούς της Αφροδίτης έκαναν γενικότερα έρωτα. Αυτό φαίνεται και στις «επιστολές από αρχαίες Εταίρες» του Αλκίφρονα, όπου η διάσημη Εταίρα Φρύνη προκαλεί τον εραστή της, τον διάσημο γλύπτη Πραξιτέλη, ο οποίος φιλοτέχνησε πολλά αγάλματα της Αφροδίτης έχοντάς την ως μοντέλο. «Μην το σκέφτεσαι. Η έμπνευσή σου να δώσεις θέση μέσα στο ναό στην αγαπημένη σου εταίρα σε κάνει να φιλοτεχνείς ένα τέτοιο αριστούργημα που όμοιό του κανείς ποτέ δεν έχει ξαναδεί καμωμένο από χέρια ανθρώπου. Νιώθω ανάμεσα στην Αφροδίτη και στον Ερωτα, τον έρωτα για σένα βέβαια. Και μη ζηλεύεις τη δόξα μου. Εσένα τον Πραξιτέλη υμνούν όσοι με είδαν άγαλμα… Λείπει όμως κάτι ακόμα από το δώρο που μου έκανες: Να πάμε οι δυο μας στο ναό να κοιμηθούμε εκεί μαζί. Ελα τώρα! Μην το φοβάσαι! Δεν πρόκειται να προσβάλλουμε τα αγάλματα των θεών. Εμείς οι ίδιοι δεν τα κατασκευάσαμε;» Αυτή την άνεση λόγου είχαν οι εταίρες που ανήκαν στο χώρο μιας πορνείας για ανώτερα κοινωνικά κυκλώματα… Τα σωματικά προσόντα τους συνόδευαν τα πνευματικά τους προτερήματα, αλλά και οι αμοιβές τους ήταν αντίστοιχα μεγάλες. Οι εταίρες είναι κάτι σαν τις γκέισες της Ανατολής. Εταίρα σημαίνει σύντροφος, οπαδός, φίλη, ήταν η συντροφιά των αντρών στα συμπόσια και ήταν μάλλον αναγκαία για να συμπληρωθεί η συντροφιά των συμποσίων από το γυναικείο φύλο, αφού οι σύζυγοι, αδελφές, κόρες αποκλείονταν λόγω των εθίμων αλλά και της χαμηλής τους μόρφωσης μέσα στην αυστηρή ηθική που τις περιόριζε. Οι περισσότερες εταίρες ήταν μέτοικοι από την Ιωνία, γενικότερα κατάγονταν από μέρη που είχαν περισσότερη ελευθερία στη μόρφωση και στην κοινωνικότητα. Οι συμποσιακές γιορτές ήταν συνήθως οργανωμένες από τους αριστοκράτες της πόλης. Αυτές έδιναν μια σφραγίδα στο κοινωνικό στάτους, αφού οι απλοϊκοί άνθρωποι αποκλείονταν. Οι καλεσμένοι έρχονταν πάντα με πρόσκληση. Οι άντρες έπρεπε να φορούν κοντές χλαμύδες, οι παρευρισκόμενες μακρείς χιτώνες και πέπλο. Η χρωματική γκάμα της ενδυματολογίας τους ήταν λευκά ρούχα για τους γηραιότερους, καφέ τόνοι για τους νεότερους και εντυπωσιακά χρώματα για τις γυναίκες. Φρεσκοπλυμένοι, καλοχτενισμένοι, τα σώματά τους αλειμμένα με έλαια και μύρα φορώντας οπωσδήποτε σανδάλια. Ο χώρος του συμποσίου ήταν στολισμένος με κλαδιά κισσού, λουλουδιών και άλλων φυτών όπως στις νίκες αγωνισμάτων. Οι καλεσμένοι έφταναν πριν από την ώρα έναρξης του συμποσίου. Οι δούλοι που τους άνοιγαν την πόρτα τους προσφωνούσαν, τους βοηθούσαν να πλύνουν τα χέρια τους και τους πρόσφεραν το προκαθορισμένο τους ανάκλιντρο. Μετά από προπόσεις στους θεούς ξεκινούσε το γεύμα. Η ποσότητα του κρασιού που θα εξαντλούσαν στο συμπόσιο ήταν τελετουργικά μετρημένη σε τρεις τουλάχιστον κρατήρες, ο πρώτος ήταν για την υγεία, ο δεύτερος για τον έρωτα, ο τρίτος για τον ύπνο. Το κρασί αναμιγνυόταν με νερό ανάλογα με τη σοβαρότητα του θέματος που αναπτυσσόταν στο συμπόσιο. Όσο λιγότερη ήταν η σοβαρότητα του συμποσίου τόσο πιο άκρατος ήταν ο οίνος. Αφού εξαντλούσαν τα σοβαρά θέματα και χαλάρωναν, έβγαιναν οι μουσικοί, οι αυλητρίδες, οι ακροβάτες, οι ταχυδακτυλουργοί, οι γελωτοποιοί σε ένα πληρωμένο πρόγραμμα. Η ευθυμία τους οδηγούσε σε κυκλικούς χορούς άνδρες και γυναίκες που κατέληγαν σε αστειότητες, προσπαθώντας ο ένας να βάλει τρικλοποδιά στον άλλο. Υπήρχαν στο κοινό και οι ακάλεστοι συνδαιτυμόνες που τρύπωναν απρόσκλητοι και για να είναι αρεστοί έκαναν πολλές αστειότητες μέχρι που χόρευαν ολόγυμνοι. Τον 4ο και 3ο αιώνα είχε γίνει πολύ της μόδας και το στριπτίζ όπου οι γυναίκες ασκούνταν και επιδίδονταν σε καλλιτεχνικά ξεγυμνώματα. Διάσημοι ήταν και οι διαγωνισμοί ομορφιάς των επιμέρους σημείων του σώματος ξεκινώντας από τις γάμπες, τα οπίσθια, το στήθος και τις σφιχτές κοιλιές. Οι άντρες με τη σειρά τους ταυτίζονταν με τους Σατύρους, εκείνες… σε Μαινάδες και οι ερωτικές πράξεις εναλλάσσονταν χωρίς φραγμούς μέχρι πρωίας. Το δωμάτιο θυμίαιναν οι υπηρέτες με ιδιαίτερες μυρωδιές για να καλύπτονται οι οσμές των σωμάτων. Δεν ήταν λίγες οι φορές που αυτή τη μέθη των συνδαιτυμόνων εκμεταλλεύονταν οι υπηρέτες για να συνουσιαστούν και αυτοί με τις εταίρες και να βρεθούν κοιμισμένοι στην αγκαλιά τους το άλλο πρωί. Φυσικά όλα αυτά πληρωμένα ανάλογα με το μέγεθος της τέχνης του κάθε καλλιτέχνη και καθαγιασμένα στους δρόμους της Ουράνιας Αφροδίτης. Οι εταίρες δεν βρίσκονταν αδασκάλευτες στους χώρους αυτούς. Όχι, όχι, ήταν δασκαλεμένες από τις μεγαλύτερες που συχνά ήταν οι ίδιες του οι μάνες κατά τους Εταιρικούς διαλόγους του Λουκιανού. «Κρωβύλη: Είναι δύο χρόνια τώρα που πέθανε ο μακαρίτης ο μπαμπάς σου… είχαμε και του πουλιού το γάλα… τη μια υφαίνοντας, την άλλη γνέθοντας και κλώθοντας το στημόνι, είδα και έπαθα να κερδίζω το ψωμί μας… Κόριννα: Τι θες να πεις μαμά; Κρωβύλη: Φτάνει να κάνεις παρέα με νεαρούς, να πίνεις, να κοιμάσαι μαζί τους με πληρωμή. Κόριννα: Όπως να πούμε η κόρη της Δάφνιδος, η Λύρα; Κρωβύλη: Θα πλουτίσεις κι εσύ όπως εκείνη, και θα ’χεις μάτσο εραστές… Κουρέλια φορούσε πριν… Τώρα τη βλέπεις πώς καλοπερνάει… Κόριννα: Και πώς τα απόκτησε η Λύρα όλα αυτά; Κρωβύλη: Πρώτα πρώτα στολίζεται ωραία, προσέχει τους τρόπους της και είναι χαριτωμένη και πρόσχαρη με όλους, όχι όμως σε σημείο που να χαχανίζει με το παραμικρό… φέρεται με εξυπνάδα: ούτε κοροϊδεύει ούτε φορτώνεται στους άντρες. Κι αν καμιά φορά πάει σε κάποιο δείπνο με πληρωμή, ούτε μεθάει γιατί αυτό είναι γελοίο, και οι άντρες σιχαίνονται τις γυναίκες που μεθούν, ούτε το ρίχνει στο φαΐ σαν λιμασμένη, αλλά πιάνει την τροφή με την άκρη των δαχτύλων της και τρώει σιωπηλά δίχως να μπουκώνει το στόμα της από τις δυο μεριές και πίνει αργά αργά με διαλείμματα, όχι μονορούφι κι αηδίες... …Επίσης, ούτε μιλάει περισσότερο απ’ όσο πρέπει ούτε περιγελάει κανένα από την παρέα της στο τραπέζι. Και το μάτι της στυλωμένο σ’ αυτόν που πληρώνει. Γι’ αυτό και την αγαπούνε όλοι. Κι αν χρειαστεί να πλαγιάσει με κάποιον, ούτε του δείχνεται ξαναμμένη και ξεδιάντροπη, ούτε όμως και ψυχρή, αλλά η έγνοια της με κάθε τρόπο είναι πώς θα τον πλανέψει και θα τον κάνει εραστή της. Γι’ αυτό και την παινεύουν όλοι. Κόριννα: Για πες μου μητέρα, όλοι αυτοί που πληρώνουν είναι σαν τον Εύκριτο που κοιμήθηκε χθες μαζί μου; Κρωβύλη: Όχι όλοι. Μερικοί είναι καλύτεροι, άλλοι ωριμότεροι στην ηλικία. Υπάρχουν κι εκείνοι που έχουν το κακό τους το χάλι… Κόριννα: Πρέπει να κοιμάμαι και με τέτοιους; Κρωβύλη: Μ’ αυτούς προπαντός παιδάκι μου, γιατί πληρώνουν περισσότερα!» Δεν ήταν λίγες οι φορές που μεταξύ των μεγαλοαστών και των εταίρων οι περιπτύξεις τους κατέληγαν σε μεγάλους ερωτικούς όρκους. Κάποιες απ’ αυτές προήχθησαν και στην κατηγορία των παλλακίδων, γυναίκες που σπιτώθηκαν νόμιμα μέχρι γάμου και φυσικά τα παιδιά τους ήταν νόμιμα. Όμως δεν ήταν σπάνιο να εγκαταλειφθούν ακόμα και έγκυοι. Έτσι η εταίρα Μύρτιον λέει στους Εταιρικούς διαλόγους του Λουκιανού. «…Οι τόσοι όρκοι σου και τα δάκρυα έγιναν καπνός. Τώρα τη Μύρτιον την έχεις λησμονήσει και μάλιστα ενώ βρίσκομαι πια στον όγδοο μήνα! Αυτό λοιπόν ήταν το μόνο κέρδος μου από τον έρωτά σου; Να μου φτιάξεις τέτοια κοιλιά; Και να πεις πως παντρεύεσαι μια ωραία παρθένα; Την είδα τις προάλλες στα Θεσμοφόρια μαζί με τη μάνα της…» Όπως φαίνεται οι όρκοι του την είχαν παρασύρει στην εγκυμοσύνη, ενώ η αντισύλληψη δεν ήταν άγνωστη στην αρχαία Ελλάδα. Η συνουσία αποφεύγονταν τις γόνιμες μέρες, οι μέρες της περιόδου δεν θεωρούνταν ντροπή ή βρωμερές. Υπήρχαν σπερματοκτόνες ουσίες από θειούχο σίδηρο, ανθρακούχο μόλυβδο, νιτρικό κάλιο, αλλά και μαγικές τελετές όπως να πατήσει μια έγκυος σε ριζά κυκλάμινου οπότε θα απέβαλε. Επίσης, προσωρινή στειρότητα στον άντρα προκαλούσε ο ασπάραγκος που φορούσε και είχε πάνω του. Αποτελεσματική εθεωρείτο και η κόπωση από τις βαριές δουλειές που μπορούσε να φέρει αποβολή. Αν τα παιδιά που έφερναν στον κόσμο ήταν κορίτσια, το σύνηθες ήταν μεγαλώνοντας να κληρονομήσουν το επάγγελμα της μητέρας τους. Όσο για την έκτρωση δεν ήταν παράνομη. Ο έρωτας όμως έδινε την ώθηση σε πολλά πράγματα, την ποίηση, τη θεατρική και εικαστική τέχνη. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι εταίρες θα συγκινήσουν και θα στηρίξουν μεγάλους άντρες με τη μόρφωσή τους και το πνεύμα τους. Ο τρόπος με τον οποίο συνουσιάζονταν δεν είχε φραγμούς. Επιτρεπόταν κάθε στάση και φαντασίωσή τους. Η αρχαία πορνογραφία αποτυπώθηκε γλαφυρά και με λεπτομέρειες, αφού οι ζωγράφοι επέλεγαν τέτοιες οπτικές γωνίες ώστε να γράφουν ξεκάθαρα και ολόκληρα κυρίως τα ανδρικά όργανα. Η βάση των ζωγράφων ήταν το κεραμικό, οι λήκυθοι και οι κύλικες (ρηχά ποτήρια για κρασί), αυτά τα μελανόμορφα ή ερυθρόμορφα οικιακά σκεύη και σετάκια δεν κυκλοφορούσαν ελεύθερα σαν τα σημερινά πορνοπεριοδικά, αλλά τα χρησιμοποιούσαν μόνο στα συμπόσια για να βοηθήσουν το ξάναμμα και τη διέγερση των συνδαιτυμόνων εκεί όπου είχαν εξαντλήσει τη φαντασία τους. Σε κάθε είδους τέτοια σκηνή απεικονίζονταν γυναικείες φιγούρες συνήθως με βαρείς και θρεμμένους μηρούς. Οι επαφές γίνονταν από το αιδοίο, τον πρωκτό, ακόμα υπήρχε αιδοιοχειλία, πεοθηλασμός, αυνανισμός (ο αντρικός αυνανισμός αποκεινιζόταν από Σατύρους, για τους Ελληνες άντρες η πράξη αυτή εθεωρείτο απαράδεκτη, ενώ ήταν φυσικό για τους δούλους και τους βάρβαρους). Ωστόσο, υπάρχει ο αυνανισμός των γυναικών και μάλιστα με χρήση τεχνητού φαλλού, τον όλισβο ή βαυβώνα, τους προπαππούδες, δηλαδή, του σημερινού δονητή, που κατασκευάστηκε πρώτη φορά και διαδόθηκε σαν όργανο από τις γυναίκες της Μιλήτου. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως από τις παντρεμένες γυναίκες. Οι εταίρες τα χρησιμοποιούσαν και αυτές αλλά για άλλους λόγους. Σε ένα κύλικα που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο μια εταίρα κρατά δύο τέτοιους βαυβώνες. Η στάση της αν και με ολόγυμνο το σώμα της είναι χορευτική γιατί όπως είναι γνωστό χόρευαν με τα τεχνητά όργανα στα συμπόσια για να ανάψουν τα αίματα των συνδαιτυμόνων τους. Μετά τον 6ο, 5ο και 4ο αιώνα οι απεικονίσεις ερωτικών περιπτύξεων περιορίζονταν σε επαφές από τον πρωκτό και το αιδοίο που μας δείχνουν τι ήταν κοινωνικά αποδεκτό. Όμως, η φαντασία μας δεν πρέπει να αφήνεται αχαλίνωτη γιατί οι αρχαίοι Ελληνες κατέγραφαν ή ωραιοποιούσαν τα πάντα, όμως τηρούσαν το «μέτρον άριστον», δηλ. ποτέ δεν έφτασαν τα όρια της ακολασίας ή του σκληρού σαδομαζοχισμού ή της παιδεραστίας. Από τον 6ο αιώνα τα όργια περιορίστηκαν στα συμπόσια. Η μόνη στάση που ποτέ δεν απεικονίζεται σε αρχαίες παραστάσεις είναι η ιεραποστολική. Σε όλες τις στάσεις ο άνδρας είναι ο ενεργητικός αλλά και εκεί που η γυναίκα είναι σε ενεργητικό ρόλο η εν γένει στάση της δείχνει υποταγή… Τα ρούχα των εταίρων όπως και τα σπίτια τους δεν ήταν καθόλου ευκαταφρόνητα. Αυτές μπορούσαν να συναγωνιστούν την καλύτερη αρχόντισσα. Πάντα μακιγιαρισμένες διέθεταν συχνά και δούλους στο προσωπικό τους, αλλά δεν τους ανήκαν, αφού ήταν μέτοικοι. Δεν έλειπαν οι μεταξύ τους αντιζηλίες και ίντριγκες και από τις σκεπτόμενες και έξυπνες γυναίκες που υποβιβάζονταν σε επίπεδο «Κατίνας», αναζητώντας να επανακτήσουν τους περιζήτητους εραστές τους μέσω των γνώσεων των τότε μαγισσών. Αυτές όμως που ήταν πνευματικά ανώτερες συγκίνησαν μεγάλους άνδρες, οι οποίοι με το ελεύθερο πνεύμα τους τις εκτίμησαν και τις διάλεξαν να ζήσουν κοντά τους και να τεκνοποιήσουν ως σύζυγοί τους. Έτσι αυτές έζησαν μεν ελεύθερες, αλλά νομικά στηρημένες πολιτικών δικαιωμάτων, αφού ήταν μέτοικοι, δηλ. αλλοδαπές. Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, όταν η Αθήνα έχασε πολλούς άνδρες, οι γνήσιοι Αθηναίοι απέκτησαν νόμιμα παιδιά και από τις παλλακίδες για να συμβάλλουν στην αύξηση του πληθυσμού. Ωστόσο, υπήρξαν και πολλές Αθηναίες που η φτώχεια τις έκανε παλλακίδες ή ακόμα γιατί δεν είχαν προίκα. Διάσημα τέτοια ζευγάρια ήταν ο Σωκράτης και η Μυρτώ, ο Περικλής και η Ασπασία και άλλα. Όμως οι ερωτικές περιπτύξεις δεν γίνονταν μόνο κεκλεισμένων των θυρών στις οικίες των εταίρων και στους οίκους όπου γίνονταν τα συμπόσια και καμιά φορά σε ναούς, αλλά και σε… πικνίκ. Ελάτε μαζί μας σε μια εκδρομή, στο μικρό εξοχικό σπίτι του εραστή της Μυρρίνης που απείχε μερικά στάδια από την πόλη… Πήγαμε ποδαράτο και στη διαδρομή μαζέψαμε ανεμώνες, πυράκανθους και κλωνάρια. Στην πρώτη στάση κάναμε θυσία αυτοσχεδιάζοντας και χρησιμοποιώντας για βωμούς βράχους, θυσιάζοντας μικρές όρνιθες, χύνοντας κρασί με μέλι και θυμιαίνοντας προσευχόμενοι στην Αφροδίτη και στις Νύμφες. Δεν προλάβαμε να φτάσουμε στον προορισμό τους και η Φύση η ίδια μας προκάλεσε να ξαπλώσουμε στα δικά της παπλώματα, τις μυρσίνες με τις δροσοσταλίδες, στο χορτάρι. Δεν αποσώσαμε να φτάσουμε στον προορισμό μας και απλώσαμε τα πανωφόρια μας φτιάχνοντας αυτοσχέδιες κλίνες. Τα αηδόνια γλυκοκελαηδούσαν, το στόμα γέμιζε με το άρωμα και τη γεύση ενός ιταλικού κρασιού, αγορασμένο από την Ελευσίνα… και είχαμε αυγά που η ασπράδα τους παλλόταν σαν τον πισινό της Θρυαλλίδας, είχαμε και τρυφερό κρέας κατσικάκι και σπιτικό κοτόπουλο και τελειώσαμε με σπιτικές μελωμένες τηγανίτες και ανοιξιάτικα φρούτα του περιβολιού. Τότε η εταίρα Μυρρίνη έλυσε τη ζώνη της, φορούσε ένα φόρεμα ολομέταξο και άρχισε να λικνίζεται και ο πισινός της σάλευε σαν να ’ταν από μέλι και γάλα, η ίδια γύριζε και τον κοιτούσε αναστενάζοντας όπως κάνουν στον έρωτα, τότε η ζηλιάρα Θρυαλλίς την ανταγωνίστηκε στην ακολασία, σηκώθηκε και με ένα λίκνισμα έπεσαν όλα της τα ρούχα στο χώμα και το ένα λίκνισμα έφερε το άλλο και πήγαινε πέρα δώθε τον πισινό της που ήταν σφιχτός και ροδαλός. Έτσι η Θρυαλλίς βγήκε νικήτρια και έγιναν και διαγωνισμοί γάμπας, στήθους και κοιλιάς… και τότε ήταν που ακόμα και τότε ήταν που και ο θεός Πάνας θα πηδούσε από ένα βράχο επάνω της. Στο πέρασμά της στο χορό άγγιζαν τα δάχτυλά της τους εραστές της μέχρι που αυτή πρώτη έπεσε ανάσκελα τραβώντας με νόημα τον εραστή της να της χαϊδέψει τα βυζιά. Δεν έμεινε κανείς που τα ρούχα του να μην πέσουν στο χώμα ή να μην πεταχτούν στο κατάφυτο μέρος. Ο εραστής της έσφιγγε τους βουβώνες κάτω από τη μέση του… Όλες επιζητούσαμε το ίδιο πράγμα. Μετά το ρίξαμε πάλι στο ποτό». (Ελεύθερη μεταφορά και ανασύνθεση από τις επιστολές από αρχαίες εταίρες του Αλκίφρονα) Ο θάνατος των εταίρων άφηνε πίσω του συχνά απαρηγόρητους εραστές. Έτσι στο έργο του Αλκίφρονα βρίσκουμε τον Μενεκλείδη να λέει στον Ευθυκλή. «Πάει η όμορφη Βακχίς, καλέ μου φίλε Ευθυκλή, έφυγε αφήνοντάς μου δάκρυα πολλά κι έναν έρωτα που τόσο κάποτε με γλύκανε ώστε τον θυμάμαι τώρα και πικραίνομαι αφάνταστα. …Και είναι αδικία να λένε ότι οι εταίρες είναι άπιστες, πονηρές και συμφεροντολόγες ή ότι πλευρίζουν μόνον όποιον τους δίνει. Απόδειξη γι’ αυτό είναι ότι συνήθως δεν κάνουν κανένα απολύτως κακό σ’ αυτούς με τους οποίους είναι. Αντίθετα με αυτό τον τρόπο αντιπαρατάσσουν στην κακή τους φήμη το ήθος τους…»
Βιβλιογραφία «Επιστολές από αρχαίες εταίρες» του Αλκίφρονα, εκδόσεις Περίπλους.
Λουκιανού Νεκρικοί και Εταιρικοί διάλογοι (μετάφραση: Παν. Μουλλάς, εκδόσεις Ωκεανίδα). Ερως, Σεξ, Γάμος στην αρχαία Ελλάδα. Νικ. Α. Βρισιμτζής.
Οι Ελληνες και τα συμπόσιά τους, Χρήστου Χατζάρα, εκδόσεις ΔΙΟΝ.
|