Διαταραχή της οξεοβασικής ισορροπίας του οργανισμού κατά την οποία υπάρχει συσσώρευση αλκαλίων (βάσεων) ή απώλεια οξέων.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ Υπάρχουν δύο τύποι αλκάλωσης, η μεταβολική και η αναπνευστική. Στην πρώτη η αύξηση της αλκαλικότητας μπορεί να προκληθεί από τη λήψη υπέρμετρης ποσότητας αντιόξινων ή από την απώλεια μεγάλων ποσοτήτων γαστρικού οξέος λόγω πολλών εμέτων. Η αναπνευστική αλκάλωση είναι συνέπεια ελάττωσης της συγκέντρωσης του διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα (το διοξείδιο του άνθρακα διαλύεται στο αίμα σχηματίζοντας ανθρακικό οξύ). Η ελάττωση αυτή οφείλεται σε υπεραερισμό (υπέρπνοια, βαθιά και γρήγορη αναπνοή) που μπορεί να παρατηρηθεί στη διάρκεια κρίσης πανικού ή σε μεγάλα υψόμετρα (βλ. Οξέωση).
|