Ή αφωνία. Άρνηση ή αδυναμία ομιλίας, η οποία μπορεί να παρατηρηθεί ως σύμπτωμα βαριάς μανιοκαταθλιπτικής νόσου ή κατατονικής σχιζοφρένειας και ως σπάνια μορφή διαταραχής (συνδρόμου) μετατροπής. Ο όρος μπορεί να εφαρμοσθεί και σε περιπτώσεις ατόμων που έχουν δώσει όρκο σιωπής για θρησκευτικούς λόγους. Ως εκλεκτική αλαλία περιγράφεται μια σπάνια διαταραχή της παιδικής ηλικίας των 5 ετών. Το παιδί καταλαβαίνει τη γλώσσα και μιλάει σωστά, αλλά τις περισσότερες φορές αρνείται να μιλήσει και προτιμά να χρησιμοποιεί νεύματα ή μορφασμούς. Σημαντικοί παράγοντες της διαταραχής είναι η δειλή και μοναχική προσωπικότητα και το άγχος του αποχωρισμού από την οικογένεια, που συνεπάγεται η φοίτηση στο σχολείο, αλλά το αίτιό της μπορεί επίσης να είναι κάποια μικρού βαθμού πνευματική καθυστέρηση ή προβλήματα γλώσσας. Ωστόσο η κατάσταση αυτή σπάνια διαρκεί περισσότερο από λίγους μήνες. Ακινητική αλαλία, εξάλλου, είναι μια κατάσταση αδράνειας και παθητικότητας την οποία προκαλούν ορισμένοι όγκοι των βαθύτερων περιοχών του εγκεφάλου ή ο υδροκέφαλος. Μολονότι διατηρούν τις αισθήσεις τους και μπορούν να παρακολουθήσουν κινήσεις με τα μάτια τους, αυτά τα άτομα παρουσιάζουν ακράτεια, δεν είναι σε θέση να σιτιστούν μόνα τους και ως επί το πλείστον αντιδρούν ψιθυρίζοντας < ναι > ή < όχι >. Η αντιμετώπιση της αλαλίας εξαρτάται από το αίτιό της.
|