Η διαδικασία χορήγησης αίματος από κάποιον, με σκοπό τη χρησιμοποίησή του για μετάγγιση αίματος. Συνήθως από τον αιμοδότη λαμβάνεται πλήρες αίμα, που αργότερα διαχωρίζεται σε συστατικά προς συντήρηση. Πρόσφατα έχει εισαχθεί μια νέα μέθοδο, η αφαίρεση, που συνίσταται στη λήψη ενός συγκεκριμένου συστατικού του αίματος από τον αιμοδότη. Η αιμοληψία πλήρους αίματος διαρκεί περίπου 45 λεπτά, συμπεριλαμβανόμενης της ιατρικής εξέτασης του δότη, ενώ η αφαίρεση απαιτεί περίπου 2 ώρες και 30 λεπτά. Θεωρητικά, αίμα μπορούν να δώσουν όλοι οι υγιείς ενήλικοι. Οι εθελοντές αιμοδότες εξετάζονται πρώτα από άποψη ιστορικού. Τα άτομα που έχουν αναιμία, κακοήθη νεοπλασία, καρδιοπάθεια, ελονοσία, ηπατίτιδα ή έχουν εκτεθεί σε επαφή με τον ιό του AIDS, καθώς και οι έγκυοι γυναίκες δεν γίνονται δεκτά ως αιμοδότες. Στη συνέχεια εξετάζεται η ενδεχόμενη παρουσία αναιμίας από το δάκτυλο ή το ωτικό λοβίο και ελέγχονται η θερμοκρασία, οι σφύξεις και οι αρτηριακή πίεση του ατόμου. Οι περισσότεροι τακτικοί αιμοδότες πλήρους αίματος προσέρχονται για αιμοδοσία 3 ή 4 φορές το χρόνο, αλλά από άτομα με σπάνιες ομάδες αίματος είναι δυνατή η λήψη αίματος κάθε 2 μήνες. Η αφαίρεση μπορεί να εκτελεσθεί με ασφάλεια για το δότη μέχρι και δύο φορές την εβδομάδα, με την προϋπόθεση ότι στο μεσοδιάστημα δεν θα γίνει αιμοδοσία πλήρους αίματος.
ΤΡΟΠΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΑΙΜΟΔΟΣΙΑ ΠΛΗΡΟΥΣ ΑΙΜΑΤΟΣ Ο δότης τοποθετείται ύπτιος και, αφού χαλαρώσει, εισάγεται σε φλέβα του αντιβραχίου του βελόνα προσαρμοσμένη σε σωλήνα που επικοινωνεί με πλαστικό ασκό που περιέχει αντιπηκτικό για να εμποδισθεί η πήξη του αίματος. Με αυτόν τον τρόπο και με αργό ρυθμό μπορούν να ληφθούν από τον αιμοδότη μέχρι 500 ml (περίπου 1/10 του συνολικού όγκου) αίματος. Τα περισσότερα άτομα εξακολουθούν να παρουσιάζουν την ίδια καλή γενική κατάσταση και μετά την αιμοδοσία. Αν κάποιοι αιμοδότες αισθανθούν ύστερα τάση για λιποθυμία ή κάποια αδιαθεσία, πρέπει να αναπαυθούν ή να ξαπλώσουν πάλι για λίγα λεπτά. Όλοι οι αιμοδότες πρέπει να αποφεύγουν την έντονη σωματική προσπάθεια για πέντε περίπου ώρες μετά την αιμοδοσία και να πίνουν άφθονο νερό και χυμούς φρούτων. Η αιμοδοσία πραγματοποιείται στα τοπικά κέντρα μεταγγίσεων (Σταθμούς Αιμοδοσίας), όπου το αίμα υποβάλλεται σε έλεγχο για ιούς ηπατίτιδας, σύφιλη και αντισώματα προς τον HIV (ιό του AIDS), και δεν χρησιμοποιείται για μετάγγιση σε περίπτωση οποιουδήποτε θετικού αποτελέσματος. Στη συνέχεια, αφού προσδιορισθεί η ομάδα, το αίμα συντηρείται σε τράπεζα αίματος είτε πλήρες είτε με τη μορφή συστατικών του (βλ. Προiόντα Αίματος).
ΑΦΑΙΡΕΣΗ Με αυτή τη μέθοδο λαμβάνεται από την κυκλοφορία μόνο ένα συστατικό του αίματος,π.χ. πλάσμα (πλασμαφαίρεση), αιμοπέταλια ή λευκοκύτταρα. Από τη φλέβα του αντιβραχίου του δότη λαμβάνονται περίπου 500ml αίματος,οδηγούνται σε ένα κλειστό,στείρο μικροβίων, σύστημα διαχωρισμού, κυκλοφορούν εκεί και επαναφέρονται σε φλέβα του άλλου αντιβραχίου αφού έχει αφαιρεθεί το συγκεκριμένο συστατικό.(Ολόκληρο το σύστημα φλέβα αντιβραχίου-βελόνα- σωλήνας- βελόνα - φλέβα του άλλου αντιβραχίου είναι κλειστό και άσηπτο). Με αυτή τη διαδικασία αφαίρεσης και επαναφοράς, που επαναλαμβάνεται 6 – 8 φορές,συλλέγεται η ποσότητα του συστατικού για τη λήψη της οποίας θα ήταν απαραίτητη η χρησιμοποιήση 6 –8 μονάδων πλήρους αίματος. Επιπλεόν,επειδή για να εξασφαλιστεί επαρκής ποσότητα συστατικού για έναν ασθενή μπορεί να χρειασθεί μόνο ένας αιμοδότης, με τη μέθοδο αυτή μειώνεται και ο κίνδυνος αντιδράσεων ή μετάδοσης της ηπατίτιδας Β και C.
|